Ο Μιχάλης Οικονόμου είναι ένας από τους πιο καταξιωμένους και ενεργούς μαέστρους της γενιάς του, με πλούσια διεθνή πορεία, πολυβραβευμένη καλλιτεχνική δράση και διαρκή παρουσία σε ορχήστρες εντός και εκτός Ελλάδας. Με βαθιά γνώση, αστείρευτη ενέργεια και σπάνια παιδαγωγική αντίληψη, έχει καταφέρει να συνδυάσει την καλλιτεχνική πράξη με τη συνθετική δημιουργία και τη διδασκαλία, αφήνοντας το αποτύπωμά του σε εκατοντάδες νέους μουσικούς και μαέστρους.
Μιλήσαμε μαζί του με αφορμή τη μεγαλειώδη παρουσίαση του Carmina Burana στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, όπου τρεις ορχήστρες, χορωδίες και σολίστες θα συμπράξουν υπό τη διεύθυνσή του σε μια από τις σημαντικότερες μουσικές στιγμές του καλοκαιριού. Με το γνώριμο πάθος, την αιχμηρή του ματιά και αφοπλιστική ειλικρίνεια, μας μιλά για την τέχνη της διεύθυνσης, την κατάσταση της μουσικής παιδείας στην Ελλάδα, τη θέση του καλλιτέχνη σήμερα και το όραμά του για ένα μέλλον με περισσότερη ουσία και λιγότερο θεαθήναι.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΚΟΝΔΡΑΝΗ
Είστε ένας από τους πιο δραστήριους και πολυδιάστατους μαέστρους της γενιάς σας. Πώς συνδυάζετε τους ρόλους του διευθυντή ορχήστρας, συνθέτη και παιδαγωγού;
Νιώθω πως ανήκω σε μια πολύ προνομιούχα – θα την έλεγα «ευλογημένη» – κατηγορία αρχιμουσικών, εκείνων που βιοπορίστηκαν αποκλειστικά και μόνο από τη μπαγκέτα τους. Η διεύθυνση ορχήστρας είναι παράσταση, προϋποθέτει την υποχρεωτική συναναστροφή με άλλους ανθρώπους και συνήθως η ενασχόληση και η μελέτη αποδίδουν καρπούς σαν μια επιτυχημένη επένδυση. Τα πράγματα στη μουσική δημιουργία είναι εντελώς διαφορετικά. Η πάλη με τον εαυτό σου μπορεί να φτάσει σε τέτοιον βαθμό, που να δουλεύεις ημέρες ή εβδομάδες ολόκληρες και στο τέλος να πετάξεις στα σκουπίδια αυτό που έκανες επειδή απλά δεν σου άρεσε. Ήμουν για πολλά χρόνια ενεργός συνθέτης, χωρίς όμως να νιώσω ποτέ ότι έχω την αντοχή να επιλέξω τη δημιουργία ως τη βασική μου ενασχόληση. Κάπως έτσι προτίμησα την εξωστρέφεια της διεύθυνσης. Η διδασκαλία δεν ήταν ποτέ επιλογή, ήταν φυσική ανάγκη. Ο καλλιτέχνης ολοκληρώνεται μέσω της μεταλαμπάδευσης της γνώσης του, είναι κάτι σαν τον κύκλο της ζωής. Χωρίς να μπορώ να σας εξηγήσω το γιατί, θα δηλώσω ανεπιφύλακτα πως οι ανά τον κόσμο μαθητές μου, ήταν και είναι οι σημαντικότεροι μέντορές μου.

Πώς έχει διαμορφώσει τη μουσική σας προσέγγιση η εμπειρία σας σε τόσο διαφορετικά περιβάλλοντα, από την Ελλάδα μέχρι το Κατάρ και τις ΗΠΑ;
Είναι θεωρώ περισσότερο θέμα εποχής παρά περιβάλλοντος. Το να βρεθεί ένας εικοσιπεντάχρονος στην καρδιά της Νέας Υόρκης και της Βοστώνης και να συναναστρέφεται τον Crumb, τον Foss και τον Schuller είναι εμπειρία ζωής. Παίζει όμως μεγάλο ρόλο η εποχή και η ηλικία στην οποία συμβαίνει το καθετί. Νομίζω πως με κάποιον μαγικό τρόπο, βρέθηκα πάντα στο κατάλληλο μέρος την κατάλληλη στιγμή. Όταν μου ανακοίνωσαν σε ένα υπερπολυτελές lounge ξενοδοχείου της Ντόχα, ότι οι μουσικοί της Φιλαρμονικής του Κατάρ με είχαν εκλέξει διευθυντή τους, το πρώτο που σκέφτηκα ήταν ότι κάποιος από την εκπομπή candid camera αποφάσισε να μου κάνει φάρσα. Ήμουν τόσο σίγουρος που το έπαιξα κουλ προκειμένου να μη φανεί ο ενθουσιασμός μου, έτσι ώστε να τους χαλάσω τη φάρσα. Οι άνθρωποι νόμιζαν ότι οριακά θα αρνιόμουν τη θέση. Η Ελλάδα παραμένει στο μυαλό μου ως η πιο όμορφη χώρα του πλανήτη μας. Δυστυχώς όμως, σε όλα τα υπόλοιπα είμαστε αρκετά βήματα πίσω. Ειδικά στο θέμα της μουσικής παιδείας, νιώθω πως τριάντα σχεδόν χρόνια μετά τις δικές μου σπουδές, είμαστε ακόμα σχεδόν στο ίδιο σημείο. Αρκεί να σκεφτείτε πως για να γίνει κάποιο ελληνόπουλο εν έτει 2025 μαέστρος, πρέπει υποχρεωτικά να πάει στο εξωτερικό. Μα είναι δυνατόν;
Έχετε εκπαιδεύσει πάνω από 200 νέους μαέστρους. Ποιο θεωρείτε πως είναι το πιο κρίσιμο στοιχείο που πρέπει να καλλιεργήσει ένας νέος διευθυντής ορχήστρας σήμερα;
Η εκμοντερνοποίηση και εμπορευματοποίηση του λειτουργήματος της διεύθυνσης ορχήστρας, έχει ρίξει πάρα πολύ το επίπεδο διεθνώς. Βλέπεις μαέστρους «κουφούς» και άμουσους να κάνουν καριέρα, επειδή απλώς έχουν κάτι που μπορεί να «πουλάει» στον χώρο των μάνατζερς. Έβλεπα προχθές ένα βίντεο της σπουδαιότερης ίσως ορχήστρας όπερας στον κόσμο, με τον διευθυντή της να είναι πάνω στο πόντιουμ με βερμούδα. Βασικά πιο κοντά σε μαγιό ήταν τώρα που το ξανασκέφτομαι. Είμαι ένας εκκεντρικός και προοδευτικός άνθρωπος, τολμώ να πω, αρκετά πάνω από τον μέσο όρο. Κάτι τέτοιο όμως δεν χωράει στο μυαλό μου. Η τέχνη της διεύθυνσης ορχήστρας δεν είναι εφεύρεση, είναι το απόσταγμα της σοφίας των κολοσσών του παρελθόντος. Κατά την ταπεινή μου άποψη, εδώ δεν έχουν καμία θέση ούτε βερμούδες, ούτε σέξυ ρούχα, ούτε διαγωνισμοί και προκηρύξεις μόνο για γυναίκες, ούτε φρου φρου κι αρώματα. Ας παραμείνουμε σοβαροί και ταπεινοί υπηρέτες των μνημείων. Αυτή είναι η συμβουλή μου προς τους νέους μαέστρους: Να παραμείνουν σοβαροί και ταπεινοί υπηρέτες των μνημείων της Τέχνης. Και όταν θέλουμε να κάνουμε πλάκα, μπορούμε κάλλιστα να πάμε στο τσίρκο ή στο λούνα παρκ.
Carmina Burana: 3 χώρες ενώνονται για μια συναυλία
Η αρχή του 2025 σας βρήκε στο πόντιουμ της Βασιλικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λονδίνου. Πώς βιώσατε αυτή την εμπειρία;
Ήταν σαν να κάνω άλλο επάγγελμα. Ο τρόπος με τον οποίο οι μουσικοί μιας τέτοιας ορχήστρας αντιλαμβάνονται τον μαεστρικό κώδικα, είναι εξωπραγματικός. Κουνάς το μικρό σου δαχτυλάκι και το ακούς να επηρεάζει τον ήχο λες και είσαι μάγος. Νιώθω πως σε αυτές τις ορχήστρες μπορείς να κάνεις πράξη αυτό το οποίο έχω στο μυαλό μου (και φυσικά διδάσκω) ως τον ορισμό του τέλειου μαέστρου: Να κάνεις όλες τις πρόβες χωρίς να χρειαστεί να ξανανοίξεις το στόμα σου μετά την αρχική καλημέρα!

Έχετε διευθύνει πάνω από 40 ορχήστρες ανά τον κόσμο. Τι κοινό και τι διαφορετικό βρίσκετε στο κοινό και στους μουσικούς ανάλογα με τη χώρα;
Νιώθω πως οι διαφορές είναι – κατά πολύ – περισσότερες από τα κοινά. Το ακροατήριο είναι συνήθως ο καθρέφτης της κάθε χώρας. Στην Τσεχία η τη Σιβηρία θα χτυπήσουν παλαμάκια σα να πέτυχε το φαγητό που έφτιαξαν, στην Ιταλία θα γιουχάρουν σφυρίζοντας ή θα επικροτήσουν σα να μπήκε γκολ στον τελικό του Τσάμπιονς λιγκ. Στους μουσικούς της ορχήστρας, οι βασικές διαφορές έχουν να κάνουν με την παιδεία και την κουλτούρα. Στη Ρωσία ή την Ουγγαρία έχω νιώσει σα να είμαι ο Ιησούς Χριστός μόνο και μόνο από τον σεβασμό που μου έδειχναν. Στην Ελλάδα έχει τύχει να νιώσω πως διέπραξα έγκλημα την ώρα της πρόβας, το ίδιο και σε άλλες βαλκανικές χώρες. Στην Αμερική και την Αγγλία νιώθεις πως είσαι με τους κολλητούς σου και μόλις τελειώσει η πρόβα θα πας μαζί τους για μπύρες. Δεν παρεξηγώ κανέναν, η ορχήστρα είναι μικρογραφία της κοινωνίας της κάθε χώρας.
Είστε Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ και διευθυντής του τμήματος μουσικής στο ΕΜΠ. Ποιο είναι το όραμά σας για την παρουσία της κλασικής μουσικής στη δημόσια ζωή της χώρας;
Οραματίζομαι ένα κοινό που θα απολαμβάνει τις συμφωνίες του Μάλερ περισσότερο από τα λαϊκά ορατόρια που έχω βαρεθεί να «πουλάμε» ως τέχνη από όταν με θυμάμαι. Οραματίζομαι διαδοχικά sold out, υπέροχους καλλιτέχνες και περισσότερο σεβασμό προς αυτό που υπηρετούμε. Οραματίζομαι μουσικές ακαδημίες, περισσότερες ορχήστρες, περισσότερα concert halls. Οραματίζομαι την εποχή που ο κάθε εμπλεκόμενος θα είναι ευχαριστημένος με τον ρόλο του και δεν θα θέλει να παριστάνει κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Οραματίζομαι την εποχή που δεν θα θέλει ο καθένας να κάνει τον μαέστρο ή τον συνθέτη, εκμεταλλευόμενος απλά την αοριστία αυτών των δύο λειτουργημάτων. Για πήγαινε φίλε μου να κάνεις τον γιατρό ή τον πιλότο, να δούμε, τι ακριβώς θα γίνει; Με δυο λόγια, οραματίζομαι μια υγιή μουσική ζωή και στη χώρα μας, ακριβώς όπως σε όλες τις προηγμένες μουσικά χώρες του κόσμου.
Μιλήστε μας για τη μεγαλιώδη συναυλία της ΚΟΘ Carmina Burana στις 30 Ιουνίου, που θα ενωθούν 3 ορχήστρες στο Μέγαρο μουσικής Θεσσαλονίκης
Είναι τεράστια τιμή για μένα που επελέγην να σταθώ μπροστά σε τρεις καταπληκτικές ορχήστρες, υπέροχες χορωδίες, σπουδαίους μονωδούς και φυσικά στο φανταστικό ακροατήριο της συμπρωτεύουσας. Η σχέση μου με την ΚΟΘ είναι πλέον «οικογενειακή». Πρόκειται για μια ορχήστρα την οποία διευθύνω ανελλιπώς εδώ και δεκαπέντε χρόνια και κάθε φορά εκπλήσσομαι ολοένα και περισσότερο με το επίπεδο και το ήθος των μουσικών και των ανθρώπων της διοίκησης. Για το έργο τι να πω; Θα κρίνω εγώ το αριστούργημα του Orff; Θα ήταν σα να αναιρώ όλα όσα έχω γράψει μέχρι τώρα περί σεβασμού, ταπεινότητας και υπηρεσίας των μνημείων της Τέχνης.
