Satisfaction: κριτική ταινίας

Το Satisfaction της Alex Burunova σηματοδοτεί το ντεμπούτο της σκηνοθέτριας στο narrative feature και διαγωνίστηκε στην International Competition του 66ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αφού είχε κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα του στο SXSW 2024.

ΚΕΙΜΕΝΟ: ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΣΙΩΛΗΣ

Η ταινία ακολουθεί ένα νεαρό ζευγάρι βρετανών συνθετών—την Lola (Emma Laird, “The Brutalist”) και τον Philip (Fionn Whitehead, “Dunkirk”)—κατά τη διάρκεια διακοπών τους σε ένα απομονωμένο ελληνικό νησί των Κυκλάδων, όπου η σχέση τους ξετυλίγεται σταδιακά, αποκαλύπτοντας σκοτεινά μυστικά του παρελθόντος.

Από την πρώτη κιόλας σκηνή, το «Satisfaction» εντυπωσιάζει με την οπτική του δύναμη. Η φωτογραφία του Máté Herbai (“On Body and Soul”) αποτυπώνει την ελληνική φύση με πανέμορφα χρώματα και στυλιζαρισμένα κάδρα, μετατρέποντας το τοπίο σε ένα είδος εξιλαστηρίου—ένα ησυχαστήριο που υπόσχεται γαλήνη, τουλάχιστον φαινομενικά. Οι ανοιχτοί ορίζοντες, τα άδεια τοπία και η ακτογραμμή λειτουργούν ως σιωπηλοί μάρτυρες της εσωτερικής ταραχής του ζευγαριού, ενώ η ίδια η απομόνωση που αρχικά φαίνεται ευεργετική, σύντομα τους φέρνει αντιμέτωπους με τα βαθιά προβλήματα της σχέσης τους. Οι νεαροί ηθοποιοί κινούνται μέσα σε αυτό το οπτικό σύμπαν με φυσικότητα, ενώ το sound design του Javier Umpierrez (“Memoria”, “La Cocina”) εμπλουτίζει την ατμόσφαιρα με επιμελημένα ηχητικά στοιχεία που ενισχύουν τον ρεαλισμό της ταινίας.

Courtesy of Perfect Circle Films

ΠΡΟΣΟΧΗ: SPOILERS

Η Burunova δεν διστάζει να αγγίξει ένα εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα: τον βιασμό εντός σχέσης και τις ψυχολογικές επιπτώσεις που αυτός αφήνει τόσο στο θύμα όσο και στον θύτη. Η σκηνή του βιασμού παρουσιάζεται με σκληρό ρεαλισμό, χωρίς να γίνεται exploitative, και αποτελεί την κορύφωση της δραματικής έντασης της ταινίας. Η σκηνοθέτρια εξετάζει με τόλμη τους ηθικούς προβληματισμούς, τις συναισθηματικές συνέπειες και την ηθική ευθύνη που συνοδεύουν τέτοιες καταστάσεις, ενώ δίνει μεγάλη έμφαση στη μοναξιά και την απομόνωση ως καταλύτες της τοξικής δυναμικής. Στο Q&A που ακολούθησε την προβολή, η Burunova εκμυστηρεύτηκε ότι η ταινία είναι βιωματική, βασισμένη σε ένα τραυματικό γεγονός που της συνέβη σε πολύ νεαρή ηλικία—μια αποκάλυψη που προσθέτει ακόμα μεγαλύτερο βάρος και αυθεντικότητα στην αφήγηση.

Παρά τα δυνατά της σημεία, το «Satisfaction» υποφέρει από σημαντικά προβλήματα δομής και ρυθμού. Ενώ το σενάριο ξεκινάει ομαλά και καλογραμμένο, από ένα σημείο και μετά “ξεχειλώνει”,οι ρυθμοί πέφτουν και η αφήγηση φαίνεται να μην οδηγεί πουθενά, παρά μόνο προς το δραματικό φινάλε που, αν και ισχυρό, δεν επαρκεί από μόνο του να δικαιολογήσει την πορεία. Ιδιαίτερα προβληματική είναι η ανάπτυξη του τρίτου χαρακτήρα—μιας κοπέλας (Zar Amir) που λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο ζευγάρι. Η εμφάνισή της είναι ξαφνική, ενσωματώνεται πολύ γρήγορα στη δυναμική τους χωρίς να μας δείξει πώς προέκυψε αυτή η σχέση, και το αποτέλεσμα φαντάζει βιαστικό και λιγότερο πειστικό. Επιπλέον, η αφήγηση εστιάζει σε κάποια σημεία υπερβολικά στα “νεκρά” τοπία,με τρόπο που δεν βοηθάει ούτε την εξέλιξη, ούτε το ρυθμό, ούτε την πλήρη ξεδίπλωση των χαρακτήρων.

Το φινάλε του «Satisfaction» αφήνει μια περίεργη γεύση στο στόμα του θεατή, καθώς η ταινία επιλέγει να μην δώσει εύκολες απαντήσεις. Το κεντρικό ερώτημα που μένει αναπάντητο είναι: υπάρχει χάπι εντ και λύτρωση για ένα ψυχικό τραύμα—ένα σημάδι που μένει για πάντα—ή μπορεί τελικά να γιατρευτεί; Η Burunova δεν προσφέρει κλείσιμο, αλλά μια ανοιχτή πρόσκληση προς τον θεατή να αποφασίσει μόνος του πώς θα ερμηνεύσει και θα αποδεχτεί αυτό το δύσκολο συναισθηματικό υλικό. Αυτή η αμφισημία, αν και τολμηρή, ενισχύει το αίσθημα της ανολοκλήρωτης αφήγησης που χαρακτηρίζει το δεύτερο μισό της ταινίας.

Σχολιάστε