Peter Hujar’s day: κριτική ταινίας

Το Peter Hujar’s day του Ira Sachs (γνωστού από το “Little Men”, 2016) είναι μια ταινία που εκφεύγει εύκολων κατηγοριοποιήσεων, κάτι μεταξύ ντοκιμαντέρ και δράματος, μια υβριδική μορφή που θυμίζει θεατρική παράσταση μεταφερμένη στην οθόνη.

ΚΕΙΜΕΝΟ: ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΣΙΩΛΗΣ

Βασισμένη σε μια πραγματική συνέντευξη που έδωσε ο διάσημος φωτογράφος Peter Hujar στη συγγραφέα Linda Rosenkrantz στις 19 Δεκεμβρίου 1974, η ταινία αποτυπώνει μια ημέρα, όχι οποιαδήποτε ημέρα, αλλά μια καθημερινή ημέρα γεμάτη προβληματισμούς, σκέψεις και όνειρα που εμπότισαν μια ολόκληρη εποχή. Το αρχικό υλικό της συνέντευξης χάθηκε το 1974, και μόνο το 2019 ανακαλύφθηκε το γραπτό transcript, δίνοντας αφορμή για αυτό το ιδιαίτερο κινηματογραφικό project.

Η ταινία ακολουθεί πιστά την ατμόσφαιρα της εποχής του 1974, αποτυπώνοντάς την με έναν τρόπο που δεν νιώθεις ως θεατής ότι παρακολουθείς αναπαράσταση, αλλά ότι βρίσκεσαι εκεί, μέσα στο διαμέρισμα της Linda, καθισμένος στον καναπέ, ακούγοντας τη συζήτηση. Η φωτογραφία αγκαλιάζει εναρμονισμένα αυτή την αισθητική της δεκαετίας του ’70, οι θερμοί τόνοι, το φυσικό φως, η σιωπηλή παρουσία του tape recorder στο τραπέζι, ο Hujar που καπνίζει ακατάπαυστα, κάθε λεπτομέρεια των σκηνικών που ξεδιπλώνεται με φροντίδα.

Η έλλειψη μουσικής σε μεγάλα τμήματα της ταινίας, αλλά και η επιμελώς τοποθετημένη μουσική όταν χρειάζεται, δημιουργούν μαζί μια αυθεντική αίσθηση παρουσίας, σαν να κρυφακούς μια ιδιωτική στιγμή. Ο Sachs καταλαβαίνει πότε να αφήσει τη σιωπή να μιλήσει και πότε να την σπάσει.

Ο Ben Whishaw (γνωστός από το “Women Talking” αλλά και από την ενσάρκωση του Q στα πρόσφατα James Bond) στον ρόλο του Peter Hujar δίνει μια απόλυτη ερμηνεία, ένα κρεσέντο που χτίζεται σταδιακά μέσα από τους διαλόγους, τις παύσεις, τις αναμνήσεις, τα όνειρα και τους προβληματισμούς ενός καλλιτέχνη που προσπαθεί να ορίσει τον εαυτό του μέσα σε μια εποχή αλλαγής. Ο Whishaw δεν υποκρίνεται, **ενσαρκώνε.Η Rebecca Hall (γνωστή από το “Christine”, 2016) ως Linda Rosenkrantz βρίσκεται πάντα σε βοηθητικό ρόλο, αλλά όχι δευτερεύοντα. Είναι η συνομιλήτρια που επιτρέπει στον Hujar να ξεδιπλωθεί, να χαθεί στις σκέψεις του, να επιστρέψει.

Είναι η μοναξιά της αστικής ερήμου, όπως η ίδια η Linda αναφέρει μέσα στην ταινία, που τους φέρνει τόσο κοντά, που κάνει τον έναν να αγκαλιάζει τις αφηγήσεις του άλλου. Αυτή ακριβώς η μοναξιά λειτουργεί σαν αφορμή για εξιλέωση μέσω της συνέντευξης. Οι δύο ηθοποιοί δημιουργούν μια χημεία που δεν βασίζεται σε τέχνασμα αλλά σε ακρόαση, στην πραγματική, ανθρώπινη ακρόαση.

Το Peter Hujar’s Day είναι μια ταινία που θα διχάσει το κοινό. Για όσους δεν έχουν δει κάτι αντίστοιχο, θα λατρέψουν την ταινία ή θα σηκωθούν να φύγουν από την αίθουσα, όπως έκαναν αρκετοί κατά τη διάρκεια της προβολής. Αυτό που επιδιώκει ο Sachs δεν είναι η δράση, το περιβάλλον ή η παρουσία περισσότερων χαρακτήρων. Είναι μια αναλυτική σκιαγράφηση χαρακτήρων απογυμνωμένη από περιττά στοιχεία, μια αποτύπωση και εξομολόγηση ενός ανθρώπου στην καθημερινότητά του, με όλους τους προβληματισμούς, τις σκέψεις και τα όνειρα που εμπότισαν μια ολόκληρη εποχή. Η ταινία λειτουργεί ως χρονοκάψουλα της καλλιτεχνικής σκηνής της Νέας Υόρκης των ’70s, με αναφορές στη Susan Sontag, τον William Burroughs, τον Allen Ginsburg και την πολιτισμική ζύμωση μιας εποχής που δεν επιστρέφει.

Το Peter Hujar’s Day δεν είναι ταινία για όλους, και αυτό δεν αποτελεί αδυναμία της αλλά επιλογή. Ο Ira Sachs δημιουργεί ένα έργο που απαιτεί υπομονή, ακρόαση και διάθεση να παραμείνεις μέσα σε μια συζήτηση που δεν έχει εντυπωσιακές ανατροπές ούτε κινηματογραφικά κλισέ. Αυτό που προσφέρει είναι κάτι πιο σπάνιο: την αίσθηση ότι γνώρισες έναν άνθρωπο, τον άκουσες να μιλάει για τη ζωή του, τις ανασφάλειές του, τα όνειρά του. Μια ταινία που δεν ζητά να ψυχαγωγήσει αλλά να μείνει, σιωπηλά, στη μνήμη σου, όπως μια μακρινή συζήτηση με έναν παλιό φίλο που δεν ξαναείδες ποτέ.

Σχολιάστε