Και ξαφνικά σήμερα το πρωί έπιασε ένας αέρας και ήταν σαν να τα καθάρισε όλα. Σα να ξέπλυνε τις ατέλειωτες νύχτες που φαίνεται να μην ξημερώνουν ποτέ εδώ στο νησί.
Είχε καιρό να φυσήξει, μας έλιωσε η ζέστη και η αλμύρα εδώ και ένα μήνα. Σαν να κόλλησε η υγρασία στο πετσί μας. Φύσηξε και δρόσισε παντού. Ψυχές και σώματα.
Κείμενο: ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΚΟΝΔΡΑΝΗ
Φέτος το καλοκαίρι είναι διαφορετικό το νησί. Ενώ παντού επικρατεί μια οχλαγωγία και ένας πανικός, αισθάνεσαι πως οι δονήσεις που εκπέμπει φέτος αυτός ο άγονος βράχος στη μέση σχεδόν του Αιγαίου πελάγους, έχουν κάτι αλλιώτικο, κάτι άλλο. Περπατάς στα σοκάκια και ενώ όλοι είναι τόσο κοντά, ταυτόχρονα είναι και τόσο μακριά.
Εδώ συμβαίνει κάτι μαγικό τα καλοκαίρια. Μπορείς στη στιγμή εκεί που βρίσκεσαι μόνος, να γίνεις μέρος του όλου και ταυτόχρονα αν θέλεις μπορείς να βγεις από την κατάσταση του μαζί, και να περάσεις στη μοναξιά του ενός.
Μπορείς να βρεθείς από την τρέλα της νύχτας, στην καθαρότητα της ημέρας. Να τρανταχτείς από τη μυσταγωγία που εκπέμπει το νησί της Δήλου, και να αισθανθείς την βαθιά πίστη των ντόπιων στον δικό τους θεό.
Το φως είναι τόσο έντονο τη μέρα, θαρρείς και ο ήλιος μας κοιτάει κατάματα και ακτινοβολεί το λευκό και μπλε αυτού του τόπου, κάνοντας το να μοιάζει με μέρος μαγικό. Σαν να σκαλίστηκε από τα χέρια ενός παντοδύναμου θεού που λάτρευε το φως και την καθαρότητα.
Περπατώντας στα στενά σοκάκια της Χώρας, το πρωί, εκεί γύρω στις 8, την ώρα που οι τελευταίοι ξενύχτηδες επιστρέφουν στα καταλύματα τους και οι ντόπιοι δεν έχουν απλώσει ακόμη την πραμάτεια τους, νιώθεις μια ηρεμία και μια έντονη αίσθηση της νέας αρχής. Μια καινούργια μέρα ξεκινά. Πάμε να τη δαμάσουμε. Μαζί ή χώρια.