Interviews

Έφη Βετουλάκη: «η αγάπη είναι πάνω από το τι θα πει ο κόσμος»

Με αφορμή την παράσταση «Το χέρι» που παίζεται αυτό το διάστημα στο Θέατρο Αθήναιον, η συγγραφέας που υπογράφει το κείμενο και τη μουσική του έργου Έφη Βετουλάκη μίλησε στο notesfromlife. Μεταξύ άλλων δήλωσε ποιος ήταν ο σκοπός που την ώθησε να γράψει ένα έργο για την βια από τη μεριά του θύτη,για την πολυπλοκότητα των ψυχολογικών και κοινωνικών πτυχών αυτής, αλλά και ποιες είναι οι προσδοκίες της ίδιας για την επίδραση που ελπίζει ότι θα έχει η παράσταση στη συνείδηση των θεατών.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΚΟΝΔΡΑΝΗ

Πραγματεύεστε στο κείμενο σας για την παράσταση “Το Χέρι” ένα θέμα που λίγοι θα τολμούσαν να αγγίξουν. Την κακοποίηση από την πλευρά του θύτη. Τι σας ώθησε να γράψετε ένα έργο από αυτή την πλευρά;

Η αλήθεια είναι ότι η ανάγκη να γράψω την ιστορία από την πλευρά του θύτη, ξεπήδησε μέσα από ένα άλλο θεατρικό που έχω γράψει «στο δωμάτιο των ονείρων», το οποίο βλέπει τα πράγματα από την πλευρά του θύματος. Ο Λευτέρης, ο θύτης του έργου μου, υπάρχει και σ’ εκείνο το έργο. Η επιλογή του ονόματος τονίζει το οξύμωρο της υπόθεσης, μια και ούτε ο θύτης, ούτε το θύμα είναι ελεύθεροι. Θεωρώ ότι η κοινωνία, για να μπορέσει να σταματήσει αυτή τη λαίλαπα των αλλεπάλληλων δολοφονιών, θα πρέπει να δει τους παράγοντες που δημιουργούν τους κακοποιητές. Υπήρξε ένα μεγάλο ερωτηματικό, λοιπόν. Τι ωθεί τον θύτη να φέρεται βάναυσα; Ως εκπαιδευτικός σε σχολείο τα τελευταία 20 χρόνια, παρατηρώ ότι η κατάσταση με το μπούλινγκ χειροτερεύει διαρκώς. Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι τα πρώτα σημάδια του κακοποιητή τα συναντούμε στο σχολικό περιβάλλον. Διερωτήθηκα πόσα από τα παιδιά που ασκούν βία στο σχολείο έχουν πίσω τους κάποιο παράπονο που δεν εκφράζεται, κάποια ανάγκη στοργής ή κάποιο τραύμα που δεν φανερώνεται. Η κατανόηση των κινήτρων του θύτη είναι εκείνη που θα μας δώσει τις απαντήσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Και σαφώς, ο αγώνας της αλλαγής πρέπει να ξεκινήσει από πολύ μικρή ηλικία, σε στενή συνεργασία με τους γονείς. Το κλειδί το έχουν οι γονείς. Εκεί βρίσκονται όλες οι απαντήσεις.

Πώς αντιμετωπίζετε την πολυπλοκότητα των ψυχολογικών και κοινωνικών πτυχών της βίας από τη μεριά του θύτη στο έργο σας;

Η δική μου θεωρία είναι ότι η κακή συμπεριφορά είναι ξεκάθαρα ψυχική ασθένεια. Δεν μπορεί ένας άνθρωπος που φέρεται άσχημα στους γύρω του να είναι ψυχικά υγιής, είναι ξεκάθαρο αυτό. Συνήθως, ο βάναυσος άνθρωπος έχει μια οργή μέσα του η οποία μπορεί να πυροδοτηθεί με το παραμικρό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ευχάριστος άνθρωπος. Οπότε, βλέπουμε έναν άνθρωπο κεφάτο που έχει ανάγκη της αποδοχής, αλλά και που όταν δεν γίνεται το δικό του είναι ταύρος σε υαλοπωλείο. Αυτές οι εναλλαγές είναι που μας μπερδεύουν στο να αναγνωρίσουμε έναν κακοποιητικό χαρακτήρα. Δεν είναι πάντα δυσάρεστος. Το αντίθετο μάλιστα. Μπορεί να είναι εξαιρετικά γοητευτικός, σαν μια ωραιότατη σειρήνα που τραγουδά ένα μαγικό τραγούδι, μέχρι να σε τυλίξει στο δίχτυ της και να αρχίσει να σε κατασπαράζει. Ο πρωταγωνιστής του έργου μου είναι ένας άνθρωπος που κακοποιήθηκε στην παιδική του ηλικία, σωματικά, λεκτικά και ψυχολογικά. Ως εκ τούτου μετέφερε όλη αυτή την βία στην οικογένεια που δημιούργησε. Θα μπορούσε, βέβαια να πάρει τον αντίθετο δρόμο, να γίνει νωχελικός και τρομαγμένος. Όμως, επέλεξε να επιβληθεί. Και το έκανε αυτό γιατί έπρεπε να αποδείξει ότι είναι κύριος της ζωής του, σύμφωνα με τα στερεότυπα που του έχει εμφυσήσει η κοινωνία. Σαφώς, κακοποιητές δεν είναι μόνο οι άντρες, μπορούν να είναι και οι γυναίκες. Απλά στο συγκεκριμένο έργο, επέλεξα πρωταγωνιστή άντρα μια και στατιστικά οι δολοφονίες των γυναικών είναι πολύ περισσότερες.

Προσπάθησα, λοιπόν, μέσα στο έργο να μην περιπλέξω πολύ τα πράγματα, ώστε να γίνουν κατανοητές οι έννοιες και από παιδιά γυμνασίου. Να καταλάβουν όλοι ότι πολλές φορές φερόμαστε άσχημα γιατί έτσι έχουμε μάθει. Να κατανοήσουν ότι δεν είναι όλα τα πράγματα στη ζωή άσπρα ή μαύρα, υπάρχουν και άλλα χρώματα και ότι η αγάπη είναι πάνω από το τι θα πει ο κόσμος. Ο κ. Ζώκας ερμηνεύει αυτές τις ψυχολογικές μεταπτώσεις εξαιρετικά, πότε αναπολώντας θλιμμένος, πότε ξεσπώντας σε υστερικά γέλια, παρότι διηγείται πολύ σκληρές αναμνήσεις. Και φωτίζει διαρκώς, έμμεσα, τον ρόλο της κοινωνίας στη διαμόρφωση του κακοποιητικού του χαρακτήρα, το οποίο είναι το κύριο ζητούμενο.

Η συγγραφέας Έφη Βετουλάκη

Η βία είναι παρούσα στη ζωή μας καθημερινά μέσα από την τηλεόραση, τον κινηματογράφο κλπ. Εμπνευστήκατε από ιστορίες που συνέβησαν (πραγματικές ή μη) γι’ αυτό το έργο;

Φυσικά και είναι παρούσα η βία παντού γύρω μας. Είναι μέρος της καθημερινότητάς μας. Δυστυχώς εμπνεύστηκα από πραγματικά γεγονότα. Πριν 2 χρόνια ενεπλάκην προσωπικά σε ένα περιστατικό απόπειρας δολοφονίας μιας κοπέλας από τον άντρα της. Άκουσα τα ουρλιαχτά της, όπως και οι υπόλοιποι γείτονες, κανένας όμως δεν ήθελε να εμπλακεί. Έδρασα εντελώς συναισθηματικά (μια και η αστυνομία δεν απαντούσε) και πήρα το ρίσκο να επέμβω μπαίνοντας στο σπίτι τους, κάτι το οποίο θα μπορούσε να επιφέρει και νομικές συνέπειες εναντίον μου. Εννοείται ότι ο συγκεκριμένος κύριος προσπάθησε να επιτεθεί και σ’ εμένα και ούρλιαζε ότι είναι δική του και θα την κάνει ό,τι θέλει. Για να μη πολυλογώ, μεσολάβησε επιτέλους η αστυνομία, μπήκε φυλακή ο ένοχος και ανέλαβα την κοπέλα να την πάω σε διάφορες υπηρεσίες, αστυνομία, ιατροδικαστή και δικαστήριο. Το θύμα ήταν από άλλη χώρα και δεν είχε τη δυνατότητα ούτε να συνεννοηθεί, ούτε γνώριζε που πρέπει να πάει. Σκέφτομαι πολύ συχνά ότι αν δεν την πήγαινα δεν είχε καμμιά ελπίδα να τεκμηριώσει τίποτα από τραύματα κτλ. Ευτυχώς δεν άκουσε τα σχόλια κάποιων αστυνομικών «ποιος ξέρει τι του έκανες». Δεν σας κρύβω ότι θύμωσα και εξέφρασα την αγανάκτησή μου. 20-21 χρονών κορίτσι, τρομαγμένο, δαρμένο και σε μια ξένη γλώσσα, να την κοιτάζουν με ύφος απαξιωτικό άνθρωποι που είναι σε μια κρατική θέση. Αυτά συνέβησαν στην Κρήτη. Ευτυχώς, ο κύριος που μας ανέλαβε ήταν από τη Β. Ελλάδα. Μου είπε χαρακτηριστικά: «Ανυπομονώ να πάρω μετάθεση για πάνω. Έχουμε 10-15 περιστατικά κάθε μέρα! Έχω πραγματικά τρομάξει».
Η κοπέλα ξαναγύρισε στον θύτη, όταν εκείνος βγήκε από τη φυλακή. Και ναι, απογοητεύτηκα. Όπως απογοητεύομαι κάθε φορά που βλέπω περιπτώσεις κακοποιημένων γυναικών να επιστρέφουν στο θύτη τους. Είναι δύσκολη η κατάσταση. Χρειάζεται μια ολοκληρωμένη κρατική στρατηγική για να αντιμετωπιστεί το θέμα. Από εκείνη τη μέρα που βρήκα αυτή την κοπελίτσα σε αυτή την κατάσταση έγινε στόχος της ζωής μου να κάνω κάτι, αλλά δεν ήξερα τι. Λέγαμε να κάνουμε μια ιστοσελίδα ενημέρωσης, ή να μεταφράσουμε φυλλάδια, αλλά τιποτα δεν μας φαινόταν αρκετά αποτελεσματικό.
Οπότε, φέτος το καλοκαίρι που γνώρισα την ηθοποιό Μαρία Ιωαννίδου, ήρθε μια ιδέα στο προσκήνιο, να μεταφέρουμε το μήνυμα στα νέα παιδιά. Στόχος μας να κοπεί ο κύκλος της βίας από κάποια ηλικία και μετά. Έστω και ένα παιδί να σωθεί από αυτή την σκληρή κατάσταση είναι μεγάλη υπόθεση.
Οπότε στην ερώτησή σας για την έμπνευση, έχω να πω ότι κάθε τι που παρουσιάζεται μέσα στο έργο είναι αληθινό. Ακούγεται σκληρό, ναι, αλλά υπάρχει και αυτή η οπτική της ζωής, για την οποία δεν έχουμε ιδέα όλοι όσοι ζούμε μια ήρεμη καθημερινότητα και βιαζόμαστε να κρίνουμε έναν άλλο άνθρωπο για τη συμπεριφορά του. Κανένας δεν ξέρει το σταυρό που κουβαλά ο διπλανός του, πραγματικά…

Η συγγραφέας Έφη Βετουλάκη

Ποια είναι η επίδραση που ελπίζετε ότι θα έχει αυτή η παράσταση στη συνείδηση των θεατών και στη συζήτηση που ακολουθεί στην κοινωνία;

Έχουμε δει τα πρώτα αποτελέσματα, μέσα από τις παραστάσεις που έχουν δοθεί. Θα σας δώσω κάποια παραδείγματα. Όταν το παρουσιάσαμε σε λύκειο, ενώ στην αρχή τα αγόρια συμφωνούσαν με τις απόψεις του δολοφόνου (κλασικά στερεότυπα) που τις ακούμε πολύ συχνά σε καθημερινές συζητήσεις, στην πορεία διαπίστωσαν ότι αυτές οι απόψεις είναι εκείνες που φυλακίζουν τον άντρα σε έναν ρόλο σκληρό και προκαθορισμένο. Καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, το κοινό πότε γελάει, πότε σοβαρεύει. Δεν υποψιάζονται ότι το τέλος θα απογυμνώσει ψυχικά τον δολοφόνο, αλλά και τους θεατές. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις το έργο τελειώσει κανένας δεν σηκώνεται από τη θέση του. Το είδαμε και στα λύκεια και στους ενήλικες χθες στην πρεμιέρα μας. Το κοινό μένει αποσβολωμένο χωρίς να ξέρει τι να κάνει. Δεν κουνιέται κανείς από τη θέση του. Οι αντιδράσεις που βλέπουμε είναι κυρίως το κλάμα. Άντρες και γυναίκες έρχονται δακρυσμένοι και μας αγκαλιάζουν, άγνωστοι άνθρωποι. Μοιράζονται τις εμπειρίες τους χωρίς να μας ξέρουν. Σας παραθέτω διάφορες εκφράσεις όπως: «έγραψες για τη ζωή μου» «αχ τι έπαθα κορίτσι μου» «Θα πάω σπίτι να ζητήσω συγνώμη από το γιό μου» «Νιώθω τύψεις» και άλλα λόγια πολύ συγκινητικά, που πραγματικά πιστεύω ότι είναι βγαλμένα από την καρδιά τους και τους/τις ευχαριστώ.

Αυτό που ελπίζω να γίνει είναι να μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε το συναίσθημα αυτό σε όσους περισσότερους ανθρώπους γίνεται, να κλάψουν εκείνοι που «δεν κλαίνε», να ξεπλύνουν τα στρεβλά στερεότυπα και να αποδεχτούν τα παιδιά τους, να τα αγαπήσουν και να πάψουν να τα απορρίπτουν με το παραμικρό και να τα προσβάλουν. Και κυρίως να καταλάβουμε όλοι ότι, δεν υπάρχουν άντρες και γυναίκες, δεν υπάρχουν λευκοί και μαύροι, Έλληνες και ξένοι, δεν υπάρχουν διαχωρισμοί στα δικαιώματα και στην αγάπη. Κι όπως λέει και η ψυχίατρος στην παράσταση: «αυτό το χέρι δεν πρέπει να πονάει κανέναν, αυτό το χέρι δεν πρέπει να δέρνει κανέναν, αυτό το χέρι πρέπει να δίνει μόνο αγάπη».

Στιγμή από την παράσταση «Το Χέρι»

Πληροφορίες για την παράσταση «Το Χέρι» εδώ.

Σχολιάστε